• Ελευθερίου Βενιζέλου 196Α Καλλιθέα Αττικής 17675
  • info@aftoveltiosi.gr

Απόπειρα ψυχαναλυτικής ερμηνείας του πλατωνικού σπηλαίου

Το έβδομο βιβλίο της πλατωνικής Πολιτείας ξεκινά με μια εικόνα που, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Σωκράτη, αναπαριστά την ανθρώπινη φύση σχετικά με την παιδεία και την απαιδευσία.

Πρόκειται για το μύθο του σπηλαίου, αφήγηση την οποία θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως "περιπέτεια ψυχής", καθώς δραματοποιεί αυτό που ο Freud ορίζει ως παλινδρόμηση κατά την ψυχαναλυτική διαδικασία. Διαβάζοντάς τον, γινόμαστε θεατές μιας επώδυνης πορείας, που με την αποπεράτωσή της μας οδηγεί ενώπιον μιας αποκάλυψης.

Αποκάλυψη που επιβεβαιώνει την πεποίθηση του πατέρα της ψυχανάλυσης ότι " ο ποιητής και ο φιλόσοφος ήταν πάντοτε πρόδρομοι της επιστήμης και της επιστημονικής ψυχολογίας, γιατί στρέφουν την προσοχή τους στο ασυνείδητο, παρακολουθούν άγρυπνα τις εξελίξεις του και προσφέρουν σ΄αυτές καλλιτεχνική έκφραση".

Ας παρακολουθήσουμε λοιπόν τον μύθο:

Σε μια σπηλιά κάτω από τη γη, που έχει την είσοδό της ανοιγμένη στο φως, ζουν από παιδιά άνθρωποι αλυσοδεμένοι από τα πόδια και τον τράχηλο.

Πίσω τους, ψηλά και σε απόσταση, υπάρχει φωτιά αναμμένη και στο ενδιάμεσο ένας δρόμος, κατά μήκος του οποίου βρίσκεται ένας μικρός τοίχος, όπως τα παραπετάσματα των θαυματοποιών. Πίσω απ΄ τον τοίχο περνούν άνθρωποι μεταφέροντας πάνω από το ύψος του κάθε λογής αντικείμενα, καθώς και ομοιώματα ανθρώπων και ζώων. Οι σκιές τους προβάλλονται χάρη στο φως της φωτιάς στο βάθος του σπηλαίου, το μοναδικό οπτικό πεδίο των δεσμωτών. Ανήμποροι να κινηθούν και περιοριζόμενοι στη φυσική τους όραση οι έγκλειστοι νομίζουν πως οι σκιές είναι τα ίδια τα αντικείμενα και ο αντίλλαλος από τις ομιλίες εκείνων που κινούνται πίσω από το τοιχίο, η φωνή των σκιών.

Ο κόσμος του σπηλαίου και όσα διαδραματίζονται εντός του είναι τόσο δεδομένος, ώστε να μη γεννά την παραμικρή αμφιβολία για το αν είναι αληθινός

.

Καθηλωμένοι στην ίδια θέση οι έγκλειστοι βλέπουν μόνο σκιές και, ελλείψει άλλων ερεθισμάτων, θεωρούν αυτονόητη την αυθεντικότητά τους. Τα δεσμά τούς στερούν κάθε δυνατότητα κίνησης, αυτενέργειας και διεύρυνσης του οπτικού τους πεδίου. Προσωπική δράση δεν υφίσταται. Υπάρχει μόνον όρασης αλλά και αυτή δεν είναι άλλο από παθητική παρατήρηση των συμβάντων, αναντίρρητη αποδοχή των δεδομένων των αισθήσεων, άγνοια, πλάνη.

Στον κόσμο του σπηλαίου επικρατεί απόλυτη ομοιομορφία. Κανένας δεσμώτης δεν ξεχωρίζει από τους άλλους, γιατί κανένας δεν έχει συναίσθηση της μοναδικότητας του. Η αυτογνωσία και η ετερογνωσία απουσιάζουν, καθώς δε βλέπουν τίποτε άλλο εκτός από τις σκιές του εαυτού τους και των συνανθρώπων τους.

Κάποια στιγμή όμως, ένας από αυτούς κατορθώνει να ελευθερωθεί και να ανέβει στον κόσμο του φωτός. Σηκώνεται, στρέφει το λαιμό του, περπατά, κοιτάζει προς το μέρος της φωτιάς και εν συνεχεία προς τα αντικείμενα που περιδιαβαίνουν το παρατείχισμα. Το πέρασμα από τη σκιά στο αισθητό είναι το πρώτο βήμα, η αρχή μιας επίπονης και κοπιώδους πορείας προς τη γνώση και την αλήθεια.

Ο δεσμώτης έρχεται πιο κοντά στο ον και σε αντικείμενα περισσότερο πραγματικά. Πλάι του βρίσκεται κάποιος που διακριτικά τον καθοδηγεί, συζητώντας και ρωτώντας τον σχετικά μ΄ αυτά που πρωτοαντικρίζει.

Ο δεσμώτης τότε περιέρχεται στην κατάσταση του απορείν, βρίσκεται σε αμηχανία και αδυνατεί να δώσει μιαν απάντηση, όταν αυτός που είναι δίπλα του τον ρωτά τι βλέπει. απορείν δεν εκφράζει μόνον την πνευματική του σύγχυση, αλλά και τη συνειδητοποίηση της αγνοίας του. Η ύπαρξη των ομοιωμάτων θέτει εκ των πραγμάτων ζήτημα σύγκρισης με τις σκιές τους, αναφορικά με το βαθμό αυθεντικότητας. Ο δεσμώτης καλείται ν΄ αποφασίσει ποιο από τα δύο δεδομένα είναι αληθέστερον.

Η πορεία προς τον κόσμο του φωτός σηματοδοτείται από ένα πλήθος δυσχερειών και από οδύνη.

Κοιτάζοντας προς το μέρος της φωτιάς ο πλατωνικός ήρωας αλγοι και αδυνατεί να διακρίνει εκείνα ων τότε τάς σκιάς εώρα. Στρέφοντας το βλέμμα του λίγο αργότερα προς την έξοδο του σπηλαίου υποφέρει κι ο πόνος του μεγιστοποιείται όσο περισσότερο πλησιάζει στον κόσμο των νοητών.

Αυτομάτως ο δεσμώτης αντιδρά, αμύνεται, επιμένει να θεωρεί τις σκιές αληθέστερες των ομοιωμάτων και προσπαθεί να επιστρέψει στην αρχική του κατάσταση. Αυτό που προκαλεί την αντίστασή του, είναι παραδόξως αυτό που τον παρακινεί να εξέλθει από το σπήλαιο είναι το απορείν, που το τοποθετεί στο μεταίχμιο, ανάμεσα στο παρόν του κόσμου των σκιών και στο άδηλο μέλλον ενός καινούργιου κόσμου. Ο δεσμώτης δε θέλει να διακινδυνεύσει την ασφάλεια της ψευδαίσθησης για μιαν αλήθεια που δεν του εγγυάται εξαρχής κάτι καλύτερο. Η απάρνηση της ζωής του σπηλαίου και το ξεκίνημα μιας καινούργιας πορείας, η οποία, ώσπου να περατωθεί, τον αφήνει μετέωρο στο άγνωστο, συνεπάγεται αναμφίβολα οδύνη, ένα μεγάλο ψυχικό κόστος που δικαιολογημένα θα προσπαθήσει να αποφύγει.

Η αντίσταση θα καμφθεί σταδιακά, όταν αρχίσει να συνηθίζει την καινούργια κατάσταση, να εξοικειώνεται με τις νέες συνθήκες. Σταδιακά λοιπόν, ανεβαίνοντας στον κόσμο του φωτός, θα μπορέσει να διακρίνει τις σκιές των νοητών και τα είδωλα τους στις υδάτινες επιφάνειες, έπειτα αυτά τα ίδια και τέλος, τον ήλιο , την υπέρτατη ιδέα του αγαθού επίτροπο του ορατού κόσμου και αιτία ύπαρξης των πάντων.

Κάθε βήμα του δεσμώτη μεταβάλλει την ποιότητα της όρασής του. Η φυσική όρασις, η συνυφασμένη με την κατ΄αίσθησιν αντίληψιν, μετατρέπεται από παθητική παρατήρηση των σκιών σε ενεργητική κίνηση του βλέμματος, σε αμφιβολία τη στιγμή που αντικρίζει τη φωτιά και τα ομοιώματα των αντικειμένων. Κατόπιν, στο πρώτο στάδιο του νοητού, ισοδυναμεί με την διά του προσωπικού συλλογισμού απόπειρα σύλληψης των όντων ενώ στο τέλος της πορείας, λαμβάνει την έννοια της ενορατικής αποκαλύψεως: ο δεσμώτης θεάται το Αγαθόν, το βλέπει με τα μάτια της ψυχής του, το βιώνει.

Ποιος είναι όμως αυτός που τον ελευθερώνει και τι χαρακτήρα έχει η καθοδήγηση του;

Η παιδεία, μας λέει ο Πλάτων, επαναφέρει το ευγενέστερο μέρος της ψυχής προς την θέα του αρίστου ανάμεσα στα όντα, τη βοηθά να στραφεί από το γιγνόμενον προς το όν, φτάνοντας στην κορυφή του. Η πλατωνική παιδεία είναι η διαλεκτική, η δια του λόγου τέχνη, η οποία αποδεσμεύει το άτομο από την αυταπάτη και την πλάνη των σκιών.

Λόγος, αντίλογος, επικοινωνία με τον άλλον, τον ειδότα. Αυτός λοιπόν που ελευθερώνει το δεσμώτη είναι ο δάσκαλος – φιλόσοφος, ο οποίος με τη μέθοδο των ερωταποκρίσεων στέφει το όμμα της ψυχής του προς το νοητόν. Χωρίς να παρέχει μια προκατασκευασμένη γνώση, ο ειδώς βρίσκεται δίπλα του, τον βοηθά να κατανικήσει την εσωτερική του αντίσταση και να αποτολμήσει την ανάβαση εκείνη, η οποία θα του αποκαλύψει το ενυπάρχον, αλλά λησμονημένο όραμα των ιδεών.

Κοπιώδης και επίπονη η ανάβαση, στο τέρμα της αποζημιώνει το δεσμώτη για την όλη την οδύνη που υπέστη. Αντικρίζοντας το Αγαθόν κατανοεί – συνειδητοποιεί την ουσία της ύπαρξής του και του γίγνεσθαι.

Η θέασις - αποκάλυψη της υπέρτατης ιδέας του νοητού έχει ως αποτέλεσμα τη ριζική αναμόρφωση της ζωής του, την αναθεώρηση της μέχρι πρό τινος αυτοαντίληψης και ετεροαντίληψής του.

Στο εξής, ο απελεύθερος δεσμώτης καθίσταται ικανός να ενεργεί με βάση τα δικά του καθοδηγητικά πρότυπα, να είναι υπεύθυνος για τις αποφάσεις του, μπορεί να αντιστέκεται σε οποιαδήποτε εξωτερική επιβολή.

Είναι σε θέση να αναγνωρίζει τη μη αυθεντικότητα των σκιών και – επιστρέφοντας στο σπήλαιο – να πολεμά τις δοξασίες και τα είδωλα.

Η ανάβαση στον κόσμο του φωτός συνιστά μια πορεία, η οποία ξεκινώντας από μια αρνητική γνώση, από τη γνώση "του τι δεν είναι", απολήγει στην αυτογνωσία και την κοσμογνωσία.

Ο κόσμος του σπηλαίου απεικονίζει την εμμονή της ψυχής στο αισθητόν, την υπερεκτίμησή του, την παντελή κυριαρχία των αισθήσεων και του επιθυμητικού τμήματός της επί του λογιστικού. Η προσκόλληση στο γίγνεσθαι επιφέρει ψυχική σύγχυση, νόσον ενώ η θέασις των όντων εσωτερική ισορροπία , την εναρμόνηση των τριών τμημάτων της ψυχής και την ενδυνάμωση του λογιστικού μέρους της, το οποίο στο εξής επιλέγει τι πιο συμφέρουσες για το άτομο επιθυμίες.

Για τον Πλάτωνα, το αίτημα της αυτογνωσίας είναι πρωταρχικό.

Ακόμη κι αν δε βρεθεί ποτέ ο φιλόσοφος – βασιλεύς που θα διοικήσει την ιδανική πολιτεία, κάθε άνθρωπος χωριστά θα επιδιώξει τουλάχιστον να ρυθμίσει το πολίτευμα της ψυχής του.

Φως – σκοτάδι, αληθές – ψευδές, γνώση – άγνοια, είναι τα βασικά μοτίβα πάνω στα οποία οικοδομείται το πλατωνικό σπήλαιο.

Χώρος σκοτεινός, το σπήλαιο είναι τάφος, φυλακή της αλήθειας στα δεσμά του αισθητού, όπως το σώμα είναι σήμα, τάφος της ψυχής που την καθηλώνει στην πλάνη των αισθήσεων. Ο δεσμώτης θα κερδίσει τη ζωή και την ελευθερία του τη στιγμή που θα αποστασιοποιηθεί από το χώρο και το χρόνο του παρόντος, που θα μεταβεί σ’ έναν άλλον κόσμο και θα ανακτήσει τη λησμονημένη γνώση των ιδεών και του Αγαθού.

Υπό το φώς της αλήθειας, το σπήλαιο μετατρέπεται αυτομάτως από χώρο θανάτου σε χώρο ζωής, καθώς ο δεσμώτης επιστρέφει για να ζήσει εντός του, χωρίς να υποκύπτει πλέον στη γοητεία του φαινομένου.

Ο μύθος του σπηλαίου δεν είναι άλλο από την εικονογράφηση ή - αν θέλετε - τη δραματοποίηση της πλατωνικής ανάμνησης και του ρόλου της διαλεκτικής στην εν λόγω διαδικασία.

Από τη στιγμή που ο έγκλειστος στρέφει το βλέμμα του προς τα ομοιώματα των αντικειμένων, ξυπνά μέσα του αμυδρά, συγκεχυμένο το όραμα των ιδεών.

Τα αντικείμενα του αισθητού αποτελούν ένα πρώτο, αλλά καθοριστικό βήμα για την προσέγγιση του νοητού. Ατελείς αντανακλάσεις, ελλιπείς απεικονίσεις του, όμοια με το σύμπτωμα που αντιπροσωπεύει το απωθημένο, συνιστούν γέφυρα σύνδεσης του φαίνεσθαι με το είναι και βοηθούν την ψυχή να λειτουργήσει συνειρμικά. Σύνδεση εικόνων, παραστάσεων που διέπονται από αλληλουχία.

Στον κόσμο του φωτός ο δεσμώτης κατορθώνει να διακρίνει αρχικά τις σκιές και τα είδωλα του νοητού εξαιτίας των αναλογιών τους με τα αντικείμενα του γίγνεσθαι. Οι ερωτήσεις του ειδήμονος θα τον βοηθήσουν να αξιολογήσει και να επεξεργαστεί τα δεδομένα των αισθήσεων, να απαγκιστρωθεί τελείως από τα αισθητά και να ατενίσει τα όντως όντα και την υπέρτατη αρχή τους. Ο δεσμώτης δε γνωρίζει, αναγνωρίζει αυτό που κάποτε η ψυχή του συνάντησε πριν αναμειχθεί με το σώμα.

Η έξοδός του από το σπήλαιο είναι έξοδος από ένα παρόν που επαναλαμβάνεται ανακυκλώνεται, εξαντλείται στις σκιές που αντικατοπτρίζονται στον τοίχο του, σε δεδομένα χωρίς προοπτική αλλαγής και εξέλιξης. Έξοδος από μια ζωη στατική, η οποία στερείται μνήμης.

Οι έγκλειστοι, μας λέει ο Πλάτων, βλέπουν μόνο μπροστά (είς τε το πρόσθεν μόνον οράν), που σημαίνει ότι στερούνται της δυνατότητας μιας όρασης σχετικής με το παρελθόν τους. Ο ένας και μοναδικός που τολμά να σπάσει τα δεσμά του, διευρύνει το οπτικό του πεδίο κοιτάζοντας πίσω του και επιχειρώντας βήματα προς τα πίσω, από το βάθος της σπηλιάς προς την έξοδο της, κι ακόμη πιο πέρα, στον κόσμο του φωτός.

Τι μπορεί να συμβολίζει μια τέτοια κίνηση, αν όχι μια παλινδρόμηση σ’ ένα χωροχρόνο ο οποίος προηγείται και προυπάρχει του σπηλαίου;

Η πλατωνική ανάμνηση είναι μια δυναμική πορεία επιστροφής στο παρελθόν, η οποία συντελείται σταδιακά, χάρη στη σύνδεση των δεδομένων του παρόντος με τη λησμονημένη εντός της ψυχής γνώση, ένα ψυχικό – νοητικό ταξίδι στα μονοπάτια της μνήμης.

Το σπήλαιο απεικονίζει, πέρα από τον πολιτικό κοινωνικό μακρόκοσμο, τον προσωπικό κόσμο του κάθε ατόμου, τον τρόπο με τον οποίο καθένας από εμάς αντιλαμβάνεται τον ευαυτό του και την θέση του στα πλαίσια του γίγνεσθαι.

Είναι μ’ άλλα λόγια μια ιδιάζουσα, ιδιότυπη πόλις, όμοια μ’ εκείνη του νευρωτικού, ο οποίος, παραδομένος στο σύμπτωμα και τα παρεπόμενά του, ζει μέσα σε μια άνευ προηγουμένου αυταπάτη και πλάνη.

Το να παραμείνει κανείς στον κόσμο των σκιών είναι ζήτημα προσωπικής επιλογής όπως προσωπική επιλογή είναι να στρέψει το βλέμμα του προς το φως και να επωμιστεί το ψυχικό κόστος ενός ταξιδιού στον κόσμο της αλήθειας.

Αληθές και ψευδές συνυπάρχουν, εναλλάσσονται και εμπλέκονται.

Για ν’ απαλλαγεί κανείς από την αφροσύνη, πρέπει να κοιτάξει βαθιά, στην αλήθεια της ψυχής του. Αυτή θα του εξασφαλίσει μια "δεύτερη όραση", παρόμοια μ’ εκείνη της μεμυημένης ψυχής του μάντη των τραγωδιών, μιαν όρασιν η οποία αντίκειται στην φυσική όψιν, την υπερβαίνει και τελικά την καταργεί μετατρέποντάς την σε τυφλότητα.

Αυτό υπαγορέυει – κατά την γνώμη μου – ο πλατωνικός μύθος στον ακροατή και στον αναγνώστη του: να απαρνηθεί το αυτονόητο και να αναζητήσει πίσω από το φαίνεσθαι το είναι, προκειμένου να αναμορφώσει την ύπαρξή του.

Αφήγηση παράδοξη και συγχρόνως γοητευτική, ο φιλοσοφικός μύθος αποτελεί κώδικα επικοινωνίας του μεμυημένου με τους αμύητους, εκφράζοντας αυτό που υπερβαίνει κάθε λογική σύλληψη, το άλογον, όχι το παράλογο, αλλά εκείνο που δεν είναι δυνατόν να κατανοήσει και να ευστερνιστεί κανείς, εάν προηγουμένως δεν το έχει βιώσει.

Όμοιος με το όνειρο, που συγκαλύπει τεχνηέντως το πραγματικό του νόημα πίσω από το έκδηλο περιεχόμενό του, είναι ένας λόγος συμβολικός, ο οποίος φαίνει και κρύπτει ταυτόχρονα μιαν αλήθεια που ενυπάρχει στην ανθρώπινη ψυχή, αλλά που η απευθείας ανακοίνωσή της προσκρούει στη λογική του ατόμου. Έκφραση του αλόγου στοιχείου και των διεργασιών που λαμβάνουν χώρα εντός του ψυχικού κόσμου, ο μύθος του σπηλαίου επαναπροσδιορίζει την έννοια του αληθούς και του ψευδούς και προβάλλει επιτακτικά το αίτημα της απελευθέρωσης του ατόμου από την πλάνη.

Σήμερα θα επιχειρήσουμε να δώσουμε μια ερμηνεία του μύθου, χρησιμοποιώντας το 7ο κλειδί, όπως είχαμε αναφέρει στο άρθρο για την αξία του μύθου.

Είναι το κλειδί που ανοίγει την πόρτα της μεταφυσικής διάστασης του μύθου.

Η σπηλιά εικονίζει τη ζωή των ανθρώπων που ζουν στην αμάθεια και την άγνοια. Όπως το φως του ήλιου δεν φτάνει μέσα στη σπηλιά, έτσι και το φως της γνώσης, το φως της αλήθειας, δε φτάνει στους δεσμώτες, που βρίσκονται μέσα στη σπηλιά. Οι άνθρωποι- δεσμώτες, δηλ. οι απαίδευτοι, οι αμόρφωτοι άνθρωποι, έχουν από την παιδική τους ηλικία αλυσοδεθεί, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να κουνήσουν τα μέλη του σώματός τους, ούτε καν το κεφάλι, και βλέπουν μόνο μπροστά τους το βάθος της σπηλιάς. Η νοητική μας ικανότητα είναι δεσμευμένη. Σκεφτόμαστε με τον τρόπο που θέλουν αυτοί, οι οποίοι μας δέσμευσαν, χωρίς να το καταλάβουμε, αυτοί που μας έχουν κάνει, ουσιαστικά, πλύση εγκεφάλου. Το πολιτικό- οικονομικό και θρησκευτικό κατεστημένο έχει χαλκεύσει τα δεσμά της άγνοιας, ώστε να μην είμαστε ελεύθερα σκεπτόμενα άτομα, αλλά δέσμιοι στα δικά του συμφέροντα. Από την τρυφερή ηλικία του παιδιού του προβάλουν τη δική τους άποψη, μη αφήνοντας περιθώρια να διαμορφώσει δική του άποψη, δική του φιλοσοφία, προϊόν της αναζήτησής του και της εκλογής του. Τα δεσμά είναι με τόση τέχνη φτιαγμένα, ώστε να μην έχουμε επίγνωση της σκλαβιάς μας. Επί πλέον δεν μπορούμε να δούμε τον διπλανό μας, έχουμε ξεχάσει τι θα πει ανθρώπινες σχέσεις. Το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι το φτωχό μας “σαρκίο”. Έχουμε αποξενωθεί, δε νοιαζόμαστε τον γείτονα, ούτε καν τον ίδιο μας τον αδελφό.

Στο βάθος της σπηλιάς προβάλλεται η εικόνα, που το κατεστημένο θέλει να παρουσιάσει, κι αυτή όχι φωτεινή, αλλά σκιές. Ακόμη κι αυτές είναι στρεβλές λόγω των ανωμαλιών της επιφάνειας των βράχων. Οι εικόνες μας δεν έχουν χρώμα, δεν έχουν όγκο. Είναι επίπεδες, χωρίς βάθος, χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο. Από τη μικρή μας ηλικία θυμόμαστε να μας παρουσιάζεται μια ζοφερή οικονομική κατάσταση, για την αντιμετώπιση της οποίας απαιτούνται θυσίες όχι απ’ αυτούς που έχουν, αλλά από τους μη έχοντες. Έτσι οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι, οι οποίοι προκαλούν με την εκκεντρικότητά τους αυτούς που τα βγάζουν πέρα με δυσκολία. Κατασκευάζονται δήθεν εχθροί, ώστε ο ιδρώτας του φτωχού ξωμάχου να μην επενδυθεί στην παιδεία και την κοινωνική μέριμνα, αλλά σε όπλα. Πάνω από τη δικαιοσύνη τοποθετείται το συμφέρον των ολίγων. Επικρατεί παγκόσμια ένδεια και φτώχεια, συνάνθρωποί μας πεθαίνουν από την πείνα, δισεκατομμύρια λοιμοκτονούν, για να έχουν υπερκέρδη και να ζουν στη χλιδή μερικές χιλιάδες.

Στο θέμα της θρησκείας, η θαυμάσια διδασκαλία της αγάπης από τον Διδάσκαλο των Διδασκάλων, τον Ιησού, κόπηκε και ράφτηκε στα μέτρα των εκμεταλλευτών της πίστης των δεσμωτών στα πνευματικά δεσμά. Παραποιημένα τα λόγια του Θεανθρώπου, χρησιμοποιήθηκαν για να δημιουργηθούν άλλα κέντρα δυνάστευσης από νέους Φαρισαίους, ρασοφόρους και μη ρασοφόρους. Κι ενώ διακηρύσσεται η αγάπη και η ειρήνη, στο όνομά τους πραγματοποιούνται πόλεμοι με έξυπνα όπλα, λες και η εξυπνάδα του ανθρώπου αναδεικνύεται με τον τρόπο που θα εξοντώσεις τον αντίπαλό σου. Και, δυστυχώς, οι νέοι αιμοδιψείς ιμπεράτορες εμφανίζονται σαν οι εκπρόσωποι του Θεού στη Γη, που έχουν την έγκρισή Του για το αιματοκύλισμα. , Στα τοιχώματα της σπηλιάς, όπου μας έχουν τοποθετήσει καταχθόνια μυαλά, προβάλλονται οι σκιές αυτών των δήθεν γνώσεων, που θέλουν να αποκτήσουμε, κι όχι όσων μας είναι αναγκαίες για την πνευματική μας τελείωση. Καταιγιζόμαστε από πληροφορίες ασύνδετες μεταξύ τους, που μας αποσυντονίζουν δημιουργώντας σύγχυση. Θέλουν να μη διαλογιζόμαστε, να είμαστε συνειδησιακά κατακερματισμένοι, να μην προλαβαίνουμε να σκεφτούμε. Μας δίνουν εικόνες και πληροφορίες με καταιγιστικό ρυθμό, για να μη προλάβουμε να σκεφτούμε, να κρατήσουμε όσα είναι σωστά και ν’ απορρίψουμε τα άχρηστα, για να προκαλέσουν συνειδησιακό κατακερματισμό. Ακόμη, και η διά βίου εκπαίδευση στον επαγγελματικό τομέα έχει ύποπτη βάση, μη επιτρέποντας στο άτομο να ασχοληθεί με θέματα που θα το εξυψώσουν, αλλά να εξειδικεύεται για να μπορέσει να επιζήσει στον επαγγελματικό του χώρο.

Οι αυξημένες ανάγκες στην ειδίκευση πάνω στο αντικείμενο της απασχόλησής μας και ο εξαντλητικός ρυθμός εργασίας, μας αφήνουν χρόνο για ενδοσκόπηση και για μελέτη κειμένων, από τα οποία θα αντλήσουμε τροφή για την ψυχή; Κι αν καλύπτουμε τις πλασματικές μας ανάγκες της ζωής, που μέρα με τη μέρα φροντίζουν να τις αυξάνουν, ζούμε περισσότερο ευτυχισμένοι, έχουμε ψυχική ευφορία; Το σχολείο έπαψε να διαπλάθει το ήθος των παιδιών, οι μαθητές ν’ αποκτούν βασικές γνώσεις και να οξύνεται η κρίση τους. Κατάντησε ένα προπαρασκευαστήριο για την εισαγωγή στα ανώτερα και ανώτατα εκπαιδευτήρια. Η διάπλαση των παιδιών περιήλθε στους αμφίβολης ηθικότητας ιδιοκτήτες των Μ.Μ.Ε., που τα προβαλλόμενα πρότυπα είναι πέρα από το ήθος των Ελλήνων. Η σωματική και ψυχική εκπόρνευση είναι το προβαλλόμενο μέσο για την αναρρίχηση των νέων μας. Οι λέξεις σωφροσύνη, αρετή, δικαιοσύνη, άμιλλα, «ευγενώς αγωνίζεσθαι και ηθικώς ζειν» ανήκουν στις άγνωστες λέξεις και τις συναντάς μόνο στα λεξικά. ,. Οι δεσμώτες ακούν τους ήχους αυτών, που τους δημιουργούν τις σκιές. Μα η σπηλιά λειτουργεί σαν αντηχείο. Οι ήχοι αναμειγνύονται, παθαίνουν πολλαπλές ανακλάσεις και στα αυτιά των καημένων των αλυσοδεμένων ανθρώπων φτάνει ένα βουητό, από το οποίο δεν καταλαβαίνουν λέξη. Έχετε παρακολουθήσει τις συζητήσεις στην τηλεόραση, είτε των πολιτικών προσώπων, είτε των δημοσιογράφων, είτε των φτιαγμένων από πηλό ειδώλων της σύγχρονης “γκλαμουριάς”. Έχετε καταλάβει για ποιο θέμα ομιλούν; Έχετε ακούσει να χρησιμοποιούν πειστικά επιχειρήματα ή πομφόλυγες που σκάνε παράταιρα στα δύστυχα τα αυτιά μας;

Μας μεταφέρεται η άποψη του κάθε ανώμαλου σωματικά και ψυχικά, ενώ αγνοείται η άποψη των ανθρώπων- διαμαντιών που έχει η ελληνική κοινωνία! Έτσι έχουν παραπλανήσει τις δύο βασικές αισθήσεις της γνώσης, την όραση και την ακοή, δίνοντάς μας σκιές και θορύβους, ώστε να μη μπορούμε να αντιληφθούμε την αλήθεια, να γνωρίσουμε, να συνειδητοποιήσουμε, να προσλάβουμε τις πραγματικές παραστάσεις και ν’ αποκτήσουμε τη γνώση, αυτή που με την καταλυτική της δύναμη θα σπάσει τα δεσμά της άγνοιας. Κάποιοι από μας, όμως, κατορθώνουν ν’ απαλλαγούν από τα δεσμά τους, λίγοι βέβαια, και τότε αντιλαμβάνονται την μεγάλη θυμαπάτη, στην οποία ήσαν βυθισμένοι. Τις περισσότερες φορές ένα ξαφνικό και συγχρόνως οδυνηρό γεγονός μας κάνει να αναθεωρήσουμε την κοσμοθεωρία μας, να διώξουμε από πάνω μας την σκόνη της λήθης και της άγνοιας, να σπάσουμε τον ιστό, που περίτεχνα σαν αράχνες έστησαν γύρω μας. Στο πλατωνικό « εξαίφνης » κρύβεται όλη η οδύνη της αλλαγής, γιατί παθαίνουμε ένα σοκ που μας ανατρέπει το ρυθμό της ζωή μας. Και τότε σαν τον Ηρακλή έχουμε ν’ αντιμετωπίσουμε ένα δίλημμα. Στην είσοδο του σπηλαίου συναντούμε δύο δρόμους, ο ένας ευκολοδιάβατος, ο δρόμος της κακίας, του κακού χειρισμού της ελευθερίας. Εύκολος, γεμάτος ευχάριστες και ηδονικές στιγμές, δρόμος ικανοποίησης των αναγκών του σώματος, όχι όμως της ψυχής. Ο άλλος δεν είναι καν δρόμος, είναι ένα κακοτράχαλο κι ανηφορικό μονοπάτι. Διαφαίνεται πως αν το βαδίσεις θα ματώσεις, θα πρέπει να κάνεις πολλές θυσίες. Όσοι το ακολουθήσουν, η ψυχή τους θα τους οδηγήσει προς το πραγματικό φως, την αλήθεια. Τους άλλους, όμως, που πήραν τον εύκολο δρόμο, η ματαιοδοξία τους καθιστά υποχείριο του κατεστημένου, το οποίο τους θαμπώνει τα μάτια με υλικά αγαθά και τους κάνει πιστούς υπηρέτες του. Είναι αυτοί, που θα δημιουργήσουν τις νέες σκιές στους δεσμώτες, που θα επιτείνουν την άγνοια, δημιουργώντας νέου είδους σύγχυση. Είναι αυτοί, που θα τροφοδοτήσουν τη φωτιά, το τεχνητό φως, το φως που δεν σκορπίζει τα σκοτάδια του φόβου, της άγνοιας, της κατευθυνόμενης πληροφόρησης, αλλά παράγει σκιές τρόμου κι αβεβαιότητας. Τη φωτιά, που είναι θνησιγενής, που πρέπει να τροφοδοτείται συνέχεια από νέα θεωρίες, νέες φιλοσοφικές θεωρήσεις, νέους τρόπους σκέψεις.

Άλλες παραπλανητικές διδασκαλίες, που ικανοποιούν και ενεργοποιούν τον κατώτερο εαυτό έρχονται στο προσκήνιο και προβάλλονται στα τοιχώματα της σπηλιάς. Δημιουργούνται νέες σκιές που αποχαυνώνουν τους δεσμώτες διαιωνίζοντας τη σκλαβιά τους. Αυτές οι ψυχές, που παραμένουν στο σπήλαιο και σχηματίζουν τις νέες σκιές, προσφέροντας υπηρεσίες στους εξουσιαστές, συσσωρεύουν καρμικές οφειλές, οπότε σύμφωνα με το Νόμο της Ανταπόδοσης στην επόμενη ζωή τους πάλι θα είναι δεσμώτες. Ποια είναι, όμως η τύχη των ψυχών που πήραν το δύσβατο μονοπάτι; Βγαίνοντας από το σκοτάδι της σπηλιάς στο φως, αν αντίκριζαν απευθείας το φως, θα πονούσαν τα μάτια τους. Έτσι και πάλι θα τα έστρεφαν προς το αμυδρό φως στο εσωτερικό του δεσμωτηρίου τους. Το ίδιο θα γινόταν αν κάποιος τους εξανάγκαζε να στρέψουν τα μάτια τους προς το φως, τα μάτια θα θαμπώνονταν και τίποτε δεν θα έβλεπαν. Στον αδαή δεν μπορείς να δώσεις απότομα τη γνώση, θα πάθαινε σοκ. Είναι σαν να προσπαθείς να μάθεις ανώτερα μαθηματικά, λ.χ. ολοκληρωτικό λογισμό, στα παιδιά του δημοτικού σχολείου. Τα μαθηματικά, αλλά και κάθε επιστήμη, διδάσκονται βαθμιαία. Πρώτα μαθαίνουμε αριθμητικές πράξεις, μετά άλγεβρα χρησιμοποιώντας τα γράμματα στη θέση των αριθμών, στη συνέχεια διαφορικό λογισμό, για να προχωρήσουμε τελικά στον ολοκληρωτικό λογισμό, αρχίζοντας από απλά ολοκληρώματα, για να συνεχίσουμε στα διπλά, τα τριπλά, τα επικαμπύλια κ.λ.π. Η γνώση επομένως δίνεται σταδιακά, με δόσεις αφομοιώσιμες. Έτσι και στην περίπτωσή μας, κατά την ανάλυση των μύθων η μεταφυσική γνώση θα δοθεί σε μικρές δόσεις, αρχικά απλές έννοιες, ώστε αργότερα, στους άλλους τόμους αυτής της σειράς, να παρουσιάσουμε κι άλλες έννοιες, πιο προχωρημένες, όσες φυσικά μπορούν να δοθούν σε μη μυημένους. Αναλογιστείτε εδώ, πόσα βιβλία κρατούν μακριά από τα μάτια μας στις σκοτεινές αίθουσες στο Βατικανό. Επίσης αναλογιστείτε γιατί τα μυητικά ( μυστικιστικά ή αποκρυφιστικά ) τάγματα κρύβουν τα μυστικά τους υπό το νόμο της σιωπής.

Όπως οι πολυβιταμίνες κάνουν καλό στον ασθενή, βοηθώντας τον να ανακτήσει τις δυνάμεις και την ενέργειά του, έτσι και η γνώση κάνει καλό στη ψυχή, που την βοηθάει με δύναμη να αντιμετωπίσει τις αντιξοότητες της ζωής και να προχωρήσει στο δύσκολο μονοπάτι της πνευματικής εξέλιξης, ώστε στο τέλος να δει το φως το αληθινό και να πει: « είδομεν φως αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον…», που είναι το πνεύμα της γνώσης των μυστικών της φύσης, του κοσμικού σχεδίου, αλλά και του επίγειου βίου του ανθρώπου. Γιατί η ψυχή άφησε τον φωτεινό βίο στα αστέρια και ήρθε να ενσαρκωθεί στη γη, βυθίστηκε στην ύλη και δέθηκε στα δεσμά της άγνοιας. Οφείλει, όμως, να θυμηθεί την καταγωγή της και να παλιννοστήσει. Αυτό δεν θα γίνει μεμιάς, αλλά θα το κατορθώσει με τις πολλαπλές ενσαρκώσεις της. Επειδή στην αρχή ο “άρτι ελευθερωθείς” δεσμώτης, που είχε το θάρρος να βγει από τη σπηλιά, δεν μπορεί να δει το φως του ηλίου, βλέπει τον αντικατοπτρισμό ετερόφωτων σωμάτων, όπως της Σελήνης, στο νερό. Βλέπει όχι τα αντικείμενα, αλλά τα είδωλά τους, στρέφοντας το βλέμμα χαμηλά. Σταδιακά το ανυψώνει και το στρέφει προς τα ίδια τα αντικείμενα, όχι την πηγή του φωτός, αλλά τα φωτιζόμενα απ’ αυτήν. Το γνωστικό πεδίο μεγαλώνει κι αποθαυμάζει τα ωραία σχήματα του φεγγαριού και των φωτεινών άστρων, όπως της Αφροδίτης. Όσο κι αν φαντάζουν φωτεινές η Άφροδίτη και η Σελήνη, εν τούτοις φωτίζονται από τον ήλιο, είναι φωτιζόμενα κι όχι φωτίζοντα σώματα. Με μεγάλη προσπάθεια σκαρφαλώνει στα βράχια, πιάνεται από του θάμνους ματώνοντας τα χέρια του, οι πατούσες του σκίζονται στις μυτερές πέτρες, μα ανεβαίνει πιο ψηλά. Πραγματικά η καρδιά μας ματώνει καθώς αφήνουμε το μούδιασμα των δεσμών, το βόλεμα της άγνοιας. Τώρα πρέπει να σκεφτούμε οι ίδιοι, ενώ πρώτα σκεφτόντουσαν άλλοι για εμάς.

Τώρα πρέπει να κρίνουμε και ν’ αποφασίσουμε, ενώ πρώτα άλλοι έπαιρναν τις αποφάσεις. Κι ενώ θολώνει το μυαλό μας στη νέα πραγματικότητα, δύο βαθιές ανάσες από τον καθαρό αέρα της φύσης, όχι πιά τον αποπνιχτικό του σπηλαίου, το ξεθολώνει, το κάνει διαυγές, τα μάτια ανοίγουν, χάνουν τις σκιές, χάνουν τις αντανακλάσεις. Βλέπουν τα ίδια τα πράγματα, διακρίνουν χρώματα, διακρίνουν όγκο, το πραγματικό μέγεθος. Κι είναι ανείπωτη η χαρά της ψυχής, που ξεχνά τον πόνο του κορμιού, η ματιά αποτραβιέται από τα ματωμένα μέλη του σώματος, κι απλώνεται παντού ολόγυρα αποθαυμάζοντας όλα αυτά, που αν και υπήρχαν, επιμελώς της τα είχαν κρύψει, αφήνοντάς την στα σκοτάδια της άγνοιας. Τα αυτιά χαϊδεύονται από τους πραγματικούς ήχους, το θρόϊσμα των φύλλων, το τιτίβισμα των πουλιών, το βέλασμα των προβάτων, τη θεσπέσια μουσική της φλογέρας του βοσκού. Κι όλα αυτά είναι θαυμάσια, πρωτόγνωρα. Έπαψε το βουητό, από τους ανάκατους ήχους της σύγχυσης, που σφυροκοπούσε τα ακουστικά τύμπανα και τα μηλίγγια. Τώρα ο άνθρωπος βλέπει, ακούει πραγματικά, οι αισθήσεις του προσλαμβάνουν τις πραγματικές παραστάσεις, το μυαλό δουλεύει, κρίνει, συγκρίνει, αποκτά γνώση. Μπορεί να κάνει λάθη, μα κι αυτά είναι μαθήματα. Το λάθος γίνεται άθλος ( οι δύο λέξεις έχουν τα ίδια γράμματα ), γιατί τώρα μπορεί να το διακρίνει, να μάθει απ’ αυτό και αν ξαναπαρουσιαστεί η ίδια περίπτωση να την αποφύγει. Μπορεί να ματώνει, μα δένει τις πληγές του και προχωρεί. Δεν είναι κιοτής, αλλά αγωνιστής. Η σάλπιγγα του αγώνα σαλπίζει μόνο το σάλπισμα της εφόδου, όχι της οπισθοχώρησης.

Η ψυχή μαθαίνει, ή καλύτερα σχίζει τα πέπλα της λησμοσύνης και προβάλλει μπροστά της η μνημοσύνη. Αναθυμάται όλα αυτά που γνώριζε, μα τα είχε ξεχάσει. Θυμάται τη θεία της καταγωγή, πως της ταιριάζει ο ουρανός κι όχι το σκιερό και υγρό σπήλαιο. Και τότε στρέφει τα νώτα προς τα αντικείμενα και φέρνει το βλέμμα στον ουρανό, όπου αντικρίζει την πηγή του φωτός, τον βασιλιά και ζωοδότη ήλιο. Δεν την απασχολούν πια τα μικροπράγματα, τα είδε, τ’ αποθαύμασε. Τώρα την ενδιαφέρει η πηγή της γνώσης, γι αυτό στρέφεται προς το Θείο, προς το Δία-Νου, που κυβερνά τον Ανώτερο Εαυτό, τη θεία παρουσία μέσα μας. Με εν-θ(ε)ου-σιασμό μελετά τον Κόσμο σε όλες τις εκφάνσεις του, έρχεται σ’ επαφή με το Θείο Σχέδιο, και το φως της πραγματικής γνώσης, την κάνει φωτεινή. Γίνεται « φως εκ φωτός, θεός αληθινός, γεννηθείσα εκ Θεού αληθινού, εικών του Υπερουσίου Φωτός », καθίσταται Υιός Θεού. Ο “άσωτος υιός” επέστρεψε στον “οίκο του Πατρός”. Δεν είναι ο πλανημένος δεσμώτης, ούτε αυτός που ψάχνει την αλήθεια. Η αλήθεια είναι μπροστά στη ψυχή σ’ όλο το μεγαλείο της. Ήρθε σ’ επαφή με τα όντως όντα, με την υπέρτατη “Ιδέα του Αγαθού”, μπορεί να πει: « εθεασάμην το όντως Αγαθόν ». Την οντότητα “άνθρωπος” έπαψε να την καθοδηγεί η Ήρα- ψυχή, που κυριαρχείται από τα συναισθήματα, και η οποία εκφράζει την υποκειμενικότητα, τη ρευστότητα, που γεννά τέρατα. Τώρα κυριαρχείται από τον Δία-Νου. Ο Ανώτερος Εαυτός πήρε τα ηνία. Η ψυχή μεταστοιχειώθηκε σε Ψυχή, σε σώφρονα ηνίοχο, που οδηγεί με σταθερότητα τον άνθρωπο σε ανώτερες αρχές, που τον φέρνει σ’ επαφή με τους Δασκάλους, απ’ όπου παίρνει σαν τη μέλισσα το νέκταρ της Γνώσης. Κυρίως, όμως, ο άνθρωπος ακούει τον εσωτερικό του Δάσκαλο, γιατί ανθίζει μέσα του το Χριστικό Στοιχείο.

Η φωνή του « εν ημίν Χριστού », η γνήσια πνευματική φωνή, είναι αυτή που τώρα απαλά και γλυκά ακούν τ’ αυτιά του και η ψυχή είναι γαλήνια, ατάραχη, διάφανη και φωτεινή, αυτόφωτη κι όχι ετερόφωτη. Όμως, ποια είναι η θέση της; Θα απολαύσει τη μακαριότητα της νέας πραγματικότητας; Όχι, βέβαια. Η Γνώση συσχετίζεται με τη θυσία…Πρέπει να θυσιάσει την αγαλλίαση και την μακαριότητα για χάρη των δεσμωτών, που άφησε στο σπήλαιο. Δεν της ταιριάζει η νιρβάνα, δεν αντέχει την απραξία. Γι’ αυτό αναλαμβάνει την ευθύνη να επιστρέψει στη σκοτεινή σπηλιά της απατηλότητας και της ψευδαίσθησης, με σκοπό να βοηθήσει κάποιες ψυχές, τις πιο ώριμες, να σπάσουν κι αυτές τα δεσμά τους, να πάρουν το μονοπάτι της αναζήτησης της γνώσης και της θέασης του αγαθού. Ο πνευματικός Κόσμος επένδυσε πάνω της. Της έδωσε όραμα, θάρρος, δύναμη, διάκριση φώτιση. Νιώθει, λοιπόν, την ανάγκη η φωτεινή ψυχή ν’ ανταποδώσει, να υπηρετήσει το Κοσμικό Σχέδιο. Έτσι ενδύεται και πάλι το σαρκικό ένδυμα κι επιστρέφει στη γη για να διδάξει τους δεσμώτες, να γίνει ο “οδηγός” των πλανημένων. Τώρα έχει πολλή δύναμη, γιατί έδειξε αντοχή στο « εξαίφνης », έδειξε αντοχή στην ανηφορική πορεία και είχε το θάρρος να ξανακατέβει. Όμως, πολύ δύσκολο και ψυχοφθόρο έργο την περιμένει. Βολεμένοι στην άγνοιά τους, πολλοί από τους δεσμώτες θα περάσουν τους ενσαρκωθέντες οδηγούς για γραφικούς ή σαλούς και θα τους λοιδορήσουν. Το παρασκήνιο, που προβάλλει στους αλυσοδεμένους τις σκιές και τους κρατά στην άγνοια, θα τους συκοφαντήσει.

Έτσι πολλοί από τους “οδηγούς” θα κατηγορηθούν με ανυπόστατες κατηγορίες, θα παραδοθούν στη χλεύη, θα γίνουν περίγελος των ανοήτων, θα φυλακιστούν, και μερικοί θα θανατωθούν. Αυτή είναι, δυστυχώς, η τύχη των φωτεινών ψυχών. Είναι χρέος τους να υποστούν τα όσα αναφέραμε, για να ελευθερώσουν από τα δεσμά κάποιους από τους δεσμώτες. Γι’ αυτό εμείς, οι δύσμοιροι δεσμώτες, έχουμε την τύχη να συναντάμε στο δρόμο μας έναν Πυθαγόρα, έναν Σωκράτη, έναν Πλάτωνα, έναν Απολλώνιο Τυανέα ή κάποια σύγχρονη ενσαρκωμένη φωτεινή ψυχή. Όσο μας επιτρέπουν τα δεσμά, ας αποστρέψουμε το βλέμμα μας από τις σκιές, όσο μας επιτρέπουν οι αντηχήσεις, ας αποσπάσουμε την ακοή μας από τους θορύβους κι ας προσπαθήσουμε ν’ ακούσουμε τους λόγους τους. Και μπορεί να νιώσουμε να χαλαρώνουν τα δεσμά και να πέφτουν…